ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ

γαλιόνι: [ < γαλλ. gallion] είδος μικρού ισπανικού πλοίου.

καματερά: ζώα που είναι κατάλληλα για το όργωμα των χωραφιών.

μεντέρι: (μιντέρι) [ < τουρκ. minder ] είδος χαμηλού ανατολίτικου καναπέ, σοφάς.

μετερίζι: [ < τουρκ. meteris] προμαχώνας, οχύρωμα, ταμπούρι.

μουράγιο: [ < βενετ. muregia] προκυμαία, υπόβαθρο.

μπρισίμι: [ < τουρκ. ibrisim ] μεταξένια κλωστή.

μπορντούρα: [ < γαλλ. bordure] το στολίδι στις άκρες του υφάσματος ή του φορέματος.

πάλα: [ < τουρκ. λέξη] χαντζάρι, γιαταγάνι.

σοφάς: [ <τουρκ. sofa ] καναπές παλιού τύπου, το κρεβάτι.

τοκάδες:η τόκα: [ < τουρκ. toka] μεταλλική πόρπη, καρφίτσα, αγκράφα.

χαλκούνια: είδος βεγγαλικών, πυροτεχνημάτων.